Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες δεν πρόκειται για τον πιστολέρο, τον άνδρα που τράβηξε πιστόλι και στόχευσε στα κεφάλια των τριών Κρητικών, αλλά το δεύτερο άτομο που ήταν μαζί του και κατά πληροφορίες ήταν συνοδηγός του γκρι τζιπ.
Ο ύποπτος συνελήφθη μετά από συντονισμένες ενέργειες των αστυνομικών του τμήματος εκβιαστών της υποδιεύθυνσης Δίωξης εγκλημάτων κατά ζωής και ιδιοκτησίας.
Οι πληροφορίες του enikos.gr αναφέρουν ότι έχει εντοπιστεί και το τζιπ των δύο δραστών το οποίο έχει μεταφερθεί στη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών προκειμένου να εξεταστεί για τυχόν ανεύρεση στοιχείων που θα βοηθήσουν στην έρευνα.
Ο Αλβανός μαφιόζος που πυροβόλησε εν ψυχρώ ήδη καταζητούνταν για την δολοφονία του υδραυλικού σε καφετέρια στη Νέα Φιλαδέλφεια πριν από 8 μήνες.
Οι τρεις τραυματίες εξακολουθούν να νοσηλεύονται στο νοσοκομείο «Γεννηματάς». Στο πλευρό τους βρίσκονται συνέχεια οι οικογένειές τους, που έφτασαν στην Αθήνα χθες το πρωί.
Τα πρώτα λόγια στους αστυνομικούς
«Δεν περίμενα ότι ο άλλος θα πυροβολήσει, εγώ ένα χαστούκι έριξα», είπε στους αστυνομικούς ο Αλβανός μαφιόζος, ο οποίος συνελήφθη για το αιματηρό περιστατικό στο Γκάζι. Πρόκειται για τον συνοδηγό του τζιπ, κι όχι για τον άλλον δράστη που πυροβόλησε κι αναζητείται ακόμη από τις Αρχές.
«Ηταν ένας καβγάς του δρόμου. Εγώ έριξα ένα χαστούκι. Δεν περίμενα ότι ο άλλος θα πυροβολήσει», ανέφερε, ενώ ερωτώμενος για ποιον λόγο έφυγε από το σημείο και φυγάδευσε και τον Αλβανό που πυροβόλησε, φέρεται να απάντησε ότι «φοβήθηκε».
«Φοβήθηκα πολύ μετά από αυτό που έγινε», ανέφερε.
Επίσης, αναφέρει ότι δεν γνωρίζει που βρίσκεται ο καταζητούμενος.
Ήθελε να σκοτώσει»
Μέλος της παρέας των Κρητικών περιέγραψε στο STAR τις στιγμές τρόμου, υποστηρίζοντας ότι ο δράστης ήταν αποφασισμένος να σκοτώσει. «Όπως τους είδα και όπως άκουσα τον έναν να μιλάει, δεν ήταν Έλληνες. Εγώ πιστεύω ότι ήταν ή Αλβανοί ή Ρωσοπόντιοι, Γεωργιανοί. Κάτι τέτοιο μου φάνηκαν», ανέφερε.
Και περιέγραψε: «Ήθελε να σκοτώσει. Δηλαδή, ούτε καν έπαιξε να τραυματίσει, να παίξει έστω στο πόδι. Πήγε στο κεφάλι κατευθείαν. Οποιοσδήποτε θα μπορούσε να ήταν εκεί. Είναι θαύμα που ζουν τα παιδιά. Εμείς διασκεδάζαμε όμορφα και ωραία. Εκεί στο συμβάν, μαζευόμασταν να φύγουμε, γιατί πετούσαμε το πρωί. Εκείνη τη στιγμή, το ένα από τα παιδιά είπε ένα “ε”, αλλά δεν ήταν προς το μέρος τους. Εκείνη, λοιπόν, τη στιγμή, περνούσαν αυτοί με το αυτοκίνητο και νόμιζαν ότι φώναξε σε αυτούς.
Κατέβηκαν από το αυτοκίνητο. Πήγαινε προς τη μεριά αυτού του παιδιού. Τους είπε το παιδί “δεν αναφέρθηκα σε εσάς, όλα καλά”. Μετά πήγαν ο (…) με τον (…) πιο κοντά σε αυτούς. Εκεί, μετά, δεν ξέρω αν ειπώθηκε κάτι. Ο ένας από τους δύο χτύπησε τον (…) και μετά οι άλλοι δύο του επιτέθηκαν. Μετά, έβγαλε το πιστόλι κι άρχισε και πυροβολούσε.
Το πρώτο πράγμα που έκανα με το που είδα τους άλλους κάτω, ήταν να δω την πινακίδα. Μετά αυτοί πήραν το αμάξι και εξαφανίστηκαν. Έστριψαν δεξιά και έφυγαν.
Αν κάναμε ένα, δύο βήματα ακόμα, μπορεί να πυροβολούσαν και εμάς. Και δεν ήμασταν μόνο εμείς. Ήταν και άλλος κόσμος που έφευγε. Τριάντα με σαράντα άτομα ήταν σίγουρα έξω».